Χαζογελάω στο μετρό. Οι παππούδες φαίνονται να με καταλαβαίνουν.
Έχω ερωτευμένα μάτια.
Οι αποβάθρες έχουν γίνει το δεύτερο σπίτι μου. Η καρδιά μου βαράει σαν ταμπούρλο όποτε ανεβαίνω τα σκαλιά για να πάω στα εκδοτήρια.
Φοβάμαι μήπως τον έχω στήσει. Αλλά, πάντα φτάνει τρία λεπτά αργότερα από μένα... Κατεβαίνει τις σκάλες, κι εγώ τον κοιτάζω με τις κόρες διεσταλμένες, και το κρύο φυλακισμένο ανάμεσα στη ζακέτα και το δέρμα μου.
Είναι όμορφα...
Για να 'μαι ειλικρινής, το "όμορφα' είναι λίγο.
Βεβηλώνει τα όσα νιώθω.
Ας με συγχωρήσει, όμως, το χαρτί μου.
Νιώθω τόσο, που ξέχασα πώς γράφουμε.