Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2023

όπου η βρύση στάζει πάνω στην υψιπέτεια του ******

(μια κλειστή πόρτα σ' ένα άδειο σπίτι 
μια κλειστή ντουλάπα σ' ένα κλειστό δωμάτιο 
-όπως βολεύεται ο καθένας)

οι λέξεις φτιάχνουν ένα μεγάλο σεντόνι
που ράβω και ξηλώνω είκοσι χρόνια
μια πολύχρωμη αποτύπωση πάνω σε τρυπημένα δάχτυλα
χαλασμένο μπάκ σπέις, ροζ υπογραμμιστικά, ρεύμα που περνά ανάμεσα απ' την καρέκλα του γραφείου
ανάμεσα απ' τα πόδια μου, μέσα από τα νύχια μου
αδειάζω τα μηνίγγια μου προσπαθώντας να κάνω τη γλώσσα να ξαναπερπατήσει
οι λέξεις φτιάχνουν ένα μεγάλο σεντόνι
που ξεκίνησε να ράβεται πολύ πριν γεννηθώ
για να μπορώ εικοσιπέντε χρόνια τώρα
να το κρατάω ανάμεσα στη γροθιά μου πριν κοιμηθώ
να στάζω σάλια, μύξες, ν' ακονίζω τα δόντια μου πάνω του
ένα σεντόνι για να με σκεπάζει 
όταν θα περνά ρεύμα ανάμεσα απ' τα πόδια μου, μέσα από τα νύχια μου
ένα σεντόνι πίσω από την κλειστή πόρτα σ' ένα άδειο σπίτι 
μια κυριακή βράδυ

κι όταν θα κάθομαι σε μια συγκεκριμένη θέση στο πάτωμα
όταν θα σηκώνομαι, θα σέρνω γυρτά το σώμα μου προς το κρεβάτι
θα κάθομαι οκλαδόν σε μια συγκεκριμένη θέση στο κάλυμμα 
θα βάζω το πρόσωπό μου ανάμεσα στα μαξιλάρια
όταν θα σηκώνομαι, θα σέρνω γυρτά το σώμα μου ξανά στο πάτωμα
αυτή θα 'ναι η τελετουργία της θλιμμένης λίμνης
την οποία γεμίζω με προσοχή
της οποίας τα φυτά ποτίζω με αγάπη
ένα οικοσύστημα φροντισμένο από τα δάκρυά μου 
για να βουλιάζω τις κουρασμένες πατούσες 
να βρέχω τις πτυχώσεις του είναι
να ενυδατώνω τον πόνο 
που κρατάει τον αγκώνα μου πιεσμένο στον τοίχο 
που κάνει το πρόσωπό μου να μεταμορφώνεται στον καθρέφτη
που πιέζει τα αγγεία και πυροδοτεί τις συνάψεις 
που σχηματίζει την πιο παλιά πρόταση, κάθε φορά
η ίδια πρόταση, ξανά
προβάλλεται στο λευκό πανί του κρανίου μου
η ίδια πρόταση: «____ __ ______»
ράβεται μόνη της 
ως το στρίφωμα στις άκρες του σεντονιού
που κάθε σχιματιζόμενη λέξη, εν τη γενέσει της,
προσπαθεί να υπερβεί 

ο μικρός κυνόδοντας στο χαμόγελο της τατουατζούς
η κυριακή που δεν διαβάζει τα ποιήματά μου
τα κορίτσια στον ύπνο μου που χαμογελάνε συγκαταβατικά
που στρώνουν το κρεβάτι τους για μένα
που κάνουν χώρο για όλους
που ξυπνάω με τη φευγαλέα αίσθηση πως καταλαβαίνουν
πως δεν θα άλλαζαν τίποτα 
τα κορίτσια στον ύπνο μου με κοιτάζουν με αγάπη 
η ψυχοθεραπεύτρια κοιτάζει πίσω απ' το αυτί μου
τα κορίτσια στον ύπνο μου νεύουν ευχαριστημένες
η ψυχοθεραπεύτριά μου λέει «ενδιαφέρουσα σύνδεση»
κι εγώ τις νιώθω όλες να μου κρατάνε το χέρι ζεστά
μου κρατάνε το χέρι, μου σφίγγουν το χέρι
μου σπάνε ένα ένα τα δάχτυλα
το χαμόγελο βρυχάται 
εγώ δεν καταλαβαίνω
γονατίζω σε μια συγκεκριμένη θέση στο πάτωμα
σ' ένα κλειστό δωμάτιο, σ' ένα άδειο σπίτι
μια κυριακή, μια τετάρτη ή μια τρίτη
κλαίω παίρνοντας μεγάλες ανάσες
τα γόνατά μου πονάνε 
όλα τα κορίτσια μοιράζονται το ίδιο πρόσωπο
την ίδια νευρική κίνηση στο πόδι 
όλα τα κορίτσια στον ύπνο μου
προσπαθούν να πάρουν πίσω τις λέξεις εκείνες
που το πρώτο κορίτσι χάραξε 
κάποτε
στην παλάμη μου
για να μπορώ τώρα να κλαίω παίρνοντας μεγάλες ανάσες
να ζητάω να επιστρέψω σ' ένα σπίτι με ανοιχτές πόρτες
σ' ένα σπίτι που δεν υπάρχει
σ' ένα σπίτι που δεν υπήρξε ποτέ
σ' ένα σπίτι του οποίου η ανάμνηση στέκεται στην κορφή ενός λόφου 
σ' ένα σπίτι που με δαγκώνει κάθε φορά που πλησιάζω το ερείπιό του 
σ' ένα σπίτι που μου μαθαίνει 
πως η αγάπη για κάτι που είναι εκεί
χωρίς να είναι
συνιστά την πιο σπαρακτική κυματομορφή 
του ανεκπλήρωτου

θλιμμένα ποιήματα πάνω σε πονεμένα στομάχια 
σεντόνια βουτηγμένα σε φανταστικές λίμνες
αυτό το κορίτσι δεν είναι γυναίκα
αυτό το κορίτσι είναι παιδί 
ζητάει τη θέση της ανάμεσα στα φαντάσματα 
δεν θέλει ν' ανοίξει την πόρτα της
σε κανένα αγόρι με ζεστά χέρια που ζητάει να της φτιάξει πρωινό 
πληρώνει το τίμημα σ' ένα κλειστό δωμάτιο
χαζεύει τον κόσμο πίσω από το τζάμι
αποφεύγει με τέχνη τα μαγνητικά πεδία 
που την έλκουν στο να πάψει η εκπλήρωση της πιο παλιάς πρότασης
να είναι φαντασιακή
αυτό το κορίτσι σκαλίζει τον πάγο
οι μέρες του φθινοπώρου είναι μετρημένες 
αυτό το κορίτσι δεν ξέρει
μονάχα οι λέξεις ξέρουν
μονάχα οι λέξεις προβλέπουν
αυτά που οι αισθήσεις
αργούν να χωνέψουν 



 






1 σχόλιο: