Κυριακή 19 Μαρτίου 2023

όπου στα καλά πάρτι σκοντάφτεις

1.
υπάρχει μια λέξη ξεχασμένη
απ' τα μοντέρνα μυαλά μας 
υπάρχει ένα διαρκώς διαφεύγον 
κάπου παρατημένο στις ιστορίες των αιώνων 
που ανασαίνουμε ασυναίσθητα

2.
σκοτεινά, πολύ σκοτεινά
ο πέτρος μου προσφέρει τσιγάρα
"αν φύγουν οι φίλες μου, μπορώ να σας κάνω παρέα;"
το φως χαράζει το οπτικό πεδίο και χάνεται
"δεν άκουσα, πες μου ξανά"
"είπα ____" 
"ρε δεν σ' ακούω, πες μου πάλι"
"άστο, μετά" λέει και συνεχίζει να κουνάει τα χέρια του
κι όσο πιο πολύ κουνάει τα χέρια του
τόσο πιο πολύ η πραγματικότητα τοποθετείται κάπου μακριά
κι όσο πιο πολύ κουνάω τα χέρια μου
τόσο πιο πολύ ανοίγω
κι όσο πιο πολύ ανοίγω
νέα προβλήματα και νέες σελίδες απλώνονται στα πόδια μου
τα οποία μακραίνουν και ψηλώνουν και γέρνουν 
κι όταν χαμηλώνω δεν πονάω, όπως συνήθως
χορεύω σημαίνει χάνομαι από προσώπου γης
κι όσο πιο πολύ κουνάω τα χέρια μου
τόσο πιο κοντά είμαι στο να περάσω τα όρια της υποκειμενικότητας
"θες από αυτό;"
"θέλω"
"πάρε λίγο τώρα, και μετά βλέπουμε". 
στοπ καρέ, χαμογελάει. "είναι και που μ' αρέσει να σε βλέπω να χορεύεις", και αλλάζει κομμάτι.
κάποιος ήθελε να με φιλήσει και του είπα όχι
κάποιος μου ζήτησε συγγνώμη που ήταν μαλάκας το 2017
κι εγώ του ζήτησα συγγνώμη που ήμουν μαλάκω το 2017

3.
αν νομίζετε πως τα πάρτι είναι για να περνάμε καλά, κάνετε λάθος
τα πάρτι μοιάζουν με εκκλησίες
πρέπει ν' αφήνεις τον ασφαλή σου κύκλο
να κοιτάς την φίλη σου να χορεύει δίπλα
ν' απομακρύνεσαι εντός σου
να συγκεντρώνεσαι στα bpm
και τότε, κάποια στιγμή
το σώμα ξέρει να τελετουργεί
το έκανε πριν από σένα
δώσ' του χώρο και χρόνο, και το σώμα θα θυμηθεί
πώς είναι να γιορτάζεις κάτι αφήνοντας πίσω κάτι δικό σου
να κλειδώνεις κάθε γνωστή οπτική γωνία 
και να εγκαταλείπεις εαυτό, αντίληψη 
και τους ορισμένους τρόπους αίσθησης 
και μέσα από την σταδιακή καταστροφή όλων αυτών που σε κάνουν
ξεχωριστό άτομο
μπορείς επιτέλους να κουνάς τα χέρια σου ελεύθερα
το σώμα μου σου μπορεί ξανά να τελετουργεί
εσύ μπορείς να πηγαινοέρχεσαι στον διάολο
να σκέφτεσαι "αν πιω άλλο λίγο, θα τρελαθώ"
και να συνεχίζεις να πίνεις, και να αγκιστρώνεσαι από μια τρίχα συνείδησης 
που στο τέλος ούτε αυτή χρειάζεται
γιατί μέσα στους λαβυρίνθους του αντεστραμμένου μυαλού 
ο φόβος και η ανάπαυλα της μη σκέψης σε ζεσταίνουν
κι όλα πετάνε μακρια χαιρετώντας σε
κι ευχαριστώντας την τελετουργική διαδικασία 
που σου επέτρεψε για λίγο να μην σκέφτεσαι, κανείς να μην μιλάει στο κεφάλι σου
ανασφάλειες, χαρές, αναμνήσεις και κλάματα
όλα γέρνουν πίσω κι αφήνουν την γλώσσα να πάρει τα ηνία
ενώ γίνεται λιγότερο διαμεσολαβητική απ' ότι συνήθως
καναπέδες, μάτια γυρισμένα και "άσε με, είμαι εντάξει"
το καλό πάρτι είναι ένα μεγάλο φρένο

4.
ο πέτρος μου φέρνει νερό
ο διπλανός μου δίνει νερό
τι σας έχει πιάσει όλους με τα νερά, στάλα δεν πίνω
δεν βλέπετε πως δεν υπάρχει πιο σωτήρια εναλλακτική από την όψη των ποδιών του ντιτζεϊ;
ή μάλλον, ο καθένας βρίσκει τις δικές του σωτηρίες
κι αλληλεπιδρούν τα ασυνείδητα κομμάτια των εαυτών μας
τα γλυκά φαντάσματα των οξυμένων μας ανασφαλειών και άκρων
γυρίζουν το ένα γύρω από το άλλο
γιορτάζοντας το τέλος της κούρασης και την αυγή του καταποντισμού όλων όσων γνωρίζαμε
έστω για λίγο, έστω γι' απόψε
το καλό πάρτι σε σκοτώνει

5.
πέντε φιλιά πίσω από μια μαύρη κουρτίνα
ένα φιλί πίσω από μια κολόνα 
"δεν θέλω να τελειώσει ποτέ"
δεν είναι ανάγκη να τελειώσει, έχεις ακούσει για τον παράδεισο των πάρτι;
εκεί πάνε όλα τα καλά πάρτι όταν κλείνει η μουσική και αφού μαζευτεί και η τελευταία γόπα
εκεί πάνε και απλώνουν τους χώρους τους
αδειάζουν όλα τα βάρη που σήκωσαν από τους ώμους μας
καθαρίζουν, ξεσκονίζουν το σκοτάδι τους
ακονίζουν τα φώτα τους και σιωπηλά 
μας περιμένουν να επιστρέψουμε
να καταστρέψουμε κομμάτια μας, να χάσουμε φως και φως απ' το βλέμμα
να αισθανθούμε αμήχανα, να αισθανθούμε γυμνές, να ζεσταθούμε
να ξεράσουμε, ν' ακουμπήσουμε, να κρυώσουμε, 
να ξανασυναντηθούμε μ' αυτούς που συναντιόμαστε μόνο έτσι,
να σκίσουμε παπούτσια και να τραυματίσουμε κι άλλο τον μηνίσκο,
να ζητήσουμε συγχώρεση, ν' αγκαλιαστούμε, να κάτσουμε σε μια γωνία για δυο ώρες
να μας αφήσουμε επιτέλους στην άκρη
και να γιορτάσουμε για μια φορά
την απουσία














Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2022

όπου προσπαθώ να καταλάβω τι συμβαίνει

πιέζω τον ιάσονα να μάθει να τονίζει
προσπαθώ να μαζέψω τον εαυτό μου και να πατήσω το πλήκτρο του τόνου πριν το γράμμα
οι τόνοι κουβαλούν αυτή την εξουσία
δομικά παιδιά της γλώσσας, της μητέρας των εξουσιών
κι εγώ να μην έχω ιδέα για τίποτα

δεν ξερω τι σημαίνω
δεν ξέρω γιατί καυλώνω
δεν ξέρω γιατί το εσωτερικό των μηρών μου πονάει
δεν ξέρω γιατί αποφεύγω
δεν ξέρω γιατί με καλεί το κρεβάτι για τους λάθος λόγους
δεν ξέρω πότε πρόλαβα να κουραστώ απ' την ηρεμία
δεν ξέρω αν έζησα ποτέ τα τελευταία έξι χρόνια κάποια ηρεμία
δεν ξέρω πότε πέρασαν έξι χρόνια απ' τα 18
δεν ξέρω τι θα γίνει αν πεθάνεις
δεν ξέρω γιατί συνεχίζω να ζω
δεν ξέρω πώς θα μοιάζει ο έρωτας αύριο
δεν ξέρω γιατί απομακρυνόμαστε
δεν ξέρω πού πάει η μαγεία
δεν ξέρω γιατί χτυπάω τα πόδια μου κάτω
δεν ξέρω γιατί σταμάτησα να κόβομαι
δεν ξέρω πώς στέκομαι, πώς μοιάζει το σώμα μου, πώς ακούγεται η φωνή μου, τι είναι αυτό που λέω, τι θέλω απ' την ζωή, αν μπορώ να κρατήσω την ζωή απ' τα μαλλιά, πώς πνίγεται η αυτοπεποίθηση
δεν ξέρω γιατί νιώθω να υπάρχω μόνο στην μπάρα και στην τουαλέτα του καφενείου
για να ξυπνάω το επόμενο πρωί με κεφάλι που φλέγεται από πονοκέφαλο, υπερθερμία και όνειρα
δεν ξέρω γιατί δεν θέλω να είμαι πουθενά
δεν ξέρω γιατί δουλεύω
και διαβάζω νεκρούς τύπους που μου γαμάνε το μυαλό
και συνεχίζω να δουλεύω
και ματαιώνομαι που δουλεύω αντί να διαβάζω
και δεν μπορώ να διαβάσω γιατί νιώθω πως δεν έχει νόημα
και συνεχίζω να δουλεύω
και τα μάτια μου αδειάζουν
και δεν υπήρξα νηφάλια πάνω από τρεις μέρες τα τελευταία τρία χρόνια
και συνεχίζω να δουλεύω
μέχρι να γίνει τελικά η φυσική επιλογή
από δουλειά, από διάβασμα ή από πιωμα
κατι απ' αυτα θα με παρει απ' το χερι και θα μου δειξει την εξοδο
εγω θα πω "ευχαριστω, παντα το 'ξερα"
και θα παω να ζησω την ζωη που ζουνε ολοι
κι οταν δω πως δεν μπορω να κυκλωσω ουτε αυτον τον κυκλο
όλα θα εχουν πια λυθει

ολα επιστρεφουν
καποιες φορες πολυ πιο γρηγορα απ' οτι τα θελαμε
κι αν αυτο ποναει
ε, ξερεις -τέικ ιτ ορ λιβ ιτ

να κρατατε τις χαρες σας
και τους ανθρωπους σας
και τις ανεσεις σας
και ολα τα στρωμενα χαλια που σας επιτρεπουν να περπατατε με ανεση
να κρατατε τα χαμογελα και τα προβληματα που λυνονται μ' εναν υπνο
κι αφηστε μας εμας 
λιγο χωρο για σουλατσο στα καλα νεκροταφεια
μην το πολυσυζητησουμε τωρα 
η επιβεβαιωση της πραγματικοτητας ειναι το μεγαλυτερο φορτιο

υ.γ.: σήμερα ξυπνησα και το σωμα μου μυριζε οπως το δικο του, τις μερες που τον ειχα σιχαθει. τοξικοτητα, ιδρωτας και βρεγμενο μαξιλαρι. μονο που εγω δεν εβαλα σε κανεναν τις φωνες. ισως γιατι το μονο εμβιο κοντινο πλασμα ηταν ο σκυλος.

Πέμπτη 18 Αυγούστου 2022

όπου απ' το μηδέν στο εκατό

Ο Δημήτρης με κοιτούσε απ' την άλλη άκρη της μπάρας του Λα Λούνα. Τον πέτυχα τις προάλλες, εγώ πήγαινα για δουλειά κι αυτός γυρνούσε, κοιταχτήκαμε φευγαλέα μέσα απ' τον καθρέφτη της μηχανής, σταμάτησε, έκανα να τον αναγνωρίσω ένα τσακ, του λέω τι κάνεις εδώ, να τα πούμε. Ο Δημήτρης οκτώ παρά το πρωί πάνω στη μηχανή του, γυρνώντας από δουλειά, απάντησε "έχω κοπέλα", κι όταν κάποιος το λέει αυτό οκτώ παρά το πρωί γυρνώντας από δουλειά, σημαίνει πως το εννοεί. Την τελευταία φορά που τον είχα δει, δεν θυμόμουν τ' όνομά του, θυμόμουν όμως τι τατουάζ είχε στο μπούτι. 
Ο Δημήτρης με κοιτούσε απ' την άλλη άκρη της μπάρας του Λα Λούνα, το χέρι ακουμπισμένο στο μάγουλο, ελαφρύ χαμόγελο και με κάποια σκέψη πίσω απ' το κούτελο. Όταν τον γνώρισα το κοντέρ έγραφε 2017, δεν ήξερα πού μου πάν' τα τέσσερα, δούλευα σε σουβλατζίδικο και έκανα ό,τι μπορούσα για να μην γυρίσω ποτέ σπίτι. 

Στο Λα Λούνα μας αφήνουν να μπαίνουμε πού και πού τσάμπα, γιατί ξέρουν πως δουλεύουμε στο νησί. Στο Λα Λούνα πετυχαίνω τον υπεύθυνό μου, καμιά φορά και το αφεντικό μου. Το αφεντικό ρωτάει "ποιος ανοίγει το πρωί;", η απάντηση είναι πάντα "εγώ". Αυτός κουνάει το κεφάλι σε στυλ "α, καλά", εγώ του λέω "κύριε πέτρο, όταν βγαίνω ξέρετε πως στη βάρδια είμαι κυρία", εκείνος μου σφίγγει το χέρι "αυτό στο δίνω", και αλλάζουν οι δρόμοι μας. Κι εγώ πάλι έχω δώσει λογαριασμό σ' έναν μαλάκα που με αγοράζει εφταήμερο εννιάωρο σχεδόν τσάμπα, λογαριασμό για το πώς θα την παλέψω μέχρι να επιστρέψω στο μαγαζάκι του. Ο υπεύθυνος, απ' την άλλη, μου λέει "τι ώρα είναι αυτή;", του απαντάω "έχω αϋπνίες ρε μαλάκα" και μετά θυμάμαι πως δεν μιλάμε έτσι στον υπεύθυνο -"συγγνώμη για το μαλάκα", "δεν πειράζει, έξω απ' τη δουλειά μίλα όπως γουστάρεις" μιλάνε τα δυτικά προάστια από μέσα του, του λέω "τζέρι, θα 'μαι κυρία αύριο" ξαναδίνω λογαριασμό εγώ, "λίγο προσοχή με το pda" λέει και τελειώνει η κουβέντα. 

Στο δρόμο για το Λα Λούνα, κατουράμε πίσω απ' το τειχάκι, περπάταμε δίπλα δίπλα με την Κορίνα και σηκώνουμε τα μάτια ψηλά πάνω απ' τον λόφο για να δούμε τι παίζει με τ'αστέρια. Ο αστερισμός μου για φέτος είναι αυτός του σκορπιού, προχθές είδα ξανά και την ζώνη του Ωρίωνα, τράβηξα το αγόρι δίπλα μου απ' τον ώμο και του είπα "ε, κοίτα", κι αυτός απάντησε "έτσι βγάζεις γκόμενους εσύ;". Λίγο αργότερα, σε δεύτερο σκηνικό, το αγόρι αυτό με ρώτησε αν θέλω να το ζήσουμε σαν ερωτευμένοι ή σαν φίλοι. Ζύγισα τις επιλογές, θυμήθηκα πως έφευγε την επόμενη μέρα, και φέρθηκα αναλόγως. Γιατί είμαστε με την ταχεία καύση, τελευταία. 

Τα μάτια μου στάζουν πάνω απ' το πληκτρολόγιο, κάτι μέσα μου φυσάει και δεν αφήνει τίποτα σε ησυχία, νιώθω πως οι πέτρες στην κοιλιά μου κουνιούνται κι όταν γυρίσω πίσω θα κοιτάζω αλλιώς. Καταπίνω χειμώνα και ξερνάω καλοκαίρι, κι αν με ρωτάς δεν ξέρω αν το εννοώ με την καλή την έννοια. Θέλω να βρέξω τα πόδια μου, κι όχι να μετράω τις μέρες αντίστροφα. Ακόμα χειρότερα, δεν θέλω να επιστρέψω κάπου που οι μέρες για το τέλος δεν θα 'χουν τελειωμό. Γιατί εδώ, παρά την κούραση, το άγχος, το ότι η Κυριακή είναι μακριά, το ξύπνημα εφτάμιση το πρωί, το 0-100 της καθημερινότητας, τα αγόρια που κανένα δεν μ' αρέσει πραγματικά, εδώ ξέρω πως είναι ένας λαβύρινθος με ημερομηνία λήξης. Ένα παιχνίδι του οποίου οι λύσεις είναι γραμμένες ανάποδα στο τέλος του τεύχους. Στην Αθήνα αυτό που έχουμε λέγεται ζωή, εντ δε σιτ ις σίριους. 

Στο Λα Λούνα πάω κουρασμένη, κοιτάζω γύρω μου, νιώθω την ανάγκη για να πιω ν'ανεβαίνει στη μύτη, στα χείλη και στα δάχτυλά μου: ξέρω την τελετουργία απ' έξω κι ανακατωτά, κι είμαι σε στέρηση. Φεύγω κουρασμένη, και κάπως χαρούμενη. Το να βλέπεις την ανατολή είναι συνήθως μια καλή αρχή, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως δουλεύεις σε μία ώρα. 

Το μόνο πραγματικά σίγουρο είναι ένα: η Κορίνα μοιάζει με την θάλασσα. Μα για να το καταλάβετε, πρέπει να φάτε σοκολάτες μαζί της στις τρεισίμιση το βράδυ. 


Σάββατο 23 Ιουλίου 2022

όπου οι καλύτερες ιδέες συζητιούνται δέκα λεπτά πριν λήξει η βάρδια

έκατσα να γράψω, και χτύπησε η πόρτα. ήταν ο μάρκος με στολή δουλειάς που ήρθε να μου φέρει ενα σου. για το σχόλασμα. 

στην τελευταία σεζόν που ειχα πάει, σιχτίριζα την ώρα και την στιγμή που κάποιος πάταγε το πόδι του στο μπαρ. στην πραγματικότητα, και με μεγαλύτερη ένταση, σιχτίριζα εμένα που γεννήθηκα για να δουλεύω. πέρασαν μερικά  χρόνια μέχρι να σταματήσω να θυμώνω, να κλωτσάω, να χτυπάω τις γροθιές μου και να κόβω τα πόδια μου τα καλοκαίρια επειδή δεν μπορούσα να χωνέψω πως θα δουλεύω σαν το σκύλο απ' τα 18 ως το για πάντα. 

δεν κοιτάω πια τους πελάτες έτσι. χαμογελάω και είμαι ευγενική αβίαστα. το ότι ήρθαν να πιουν τον καφέ τους πια δεν τους μεταμορφώνει σε αυτόκλητους εχθρούς μου. θα περάσει κι η ώρα. θα βγάλουμε και κάνα μπουρμπουαρ βρε παιδί μου -ίσως. θα πούμε και μια μαλακία, πέντε-έξι-δέκα τσιγάρα, ε. σ'αυτή τη σεζόν, ξυπνάω εφτάμιση και χαίρομαι την διαδρομή ως το μαγαζί. στήνω τα μαξιλάρια και τα τασάκια, περιμένω τον πρώτο πελάτη, λέω μια φοβερή καλημέρα στους συναδέλφους μου. δεν πονάω. έχω πλέον συνηθίσει. τα ερωτηματικά έχουν ακουμπήσει πάνω μου με σιγουριά, δεν περιμένουν απάντηση, η ζωή είναι αυτό που είναι και πολλά κομμάτια της είναι άδικα και σκατά. και είμαι εντάξει μ' αυτό. και όσο νιώθω εντάξει, όσο λειτουργική και ανάλαφρη τριγυρίζω στη σάλα του σέρβις, τόσο νιώθω πως προδίδω κάτι: την έκπληξη και το δέος απέναντι σ' έναν κόσμο που δεν τον νοιάζεις καθόλου. είμαι άνετη μέσα σ' αυτόν τον κόσμο, δηλαδή δεν μου προκαλεί εντύπωση το πόσο μπορεί να με πληγώσει. η ενηλικίωση που ζω τώρα, σημαίνει αποδοχή της σκληρότητας. η επόμενη, ελπίζω, θα θέλει να της την βγει απ' την άλλη. 

ο μάρκος με περνάει κάμποσα χρόνια, πλένουμε τα ρούχα μας με το ίδιο μαλλακτικό που τα πλένουν και άλλοι πέντε, είναι μάγειρας και έχει γαλαζογκρι μάτια. του αρέσει να προβοκάρει, δεν τον εκπλήσει σχεδόν τίποτα απ'αυτά που εγώ κοιτάω με έξαψη, δεν απολαμβάνει με τον ίδιο τρόπο με μένα, του αρέσουν τα ρώσικα σίνθια και τονίζει υπέροχα τις προτάσεις του. ξυπνάω στις εφτάμιση και σχολάω στις πέντε. ο μάρκος ξυπνάει στις οκτώ και σχολάει στις οκτώ. φοράει τα ρούχα της δουλειάς και είναι πάντα κουρασμένος και με όρεξη ν' αράξουμε ολοι μαζί στην βεράντα, μετά το σχόλασμα όλων. ο μάρκος κοιμάται μεσοτοιχία με μένα. ο μάρκος μου αρέσει. ο μάρκος μου φέρνει σουδάκια στα κλεφτά. 

(τα δύο τέταρτα της ώρας που κανείς στο μαγαζί ακριβώς δεν δουλεύει, δηλαδή κατά τις πέντε παρά το μεσημέρι και κατά τις δωδεκάμιση το βράδυ, είναι δυο ιερά τέταρτα κατά τα οποία ευθυγραμμίζονται οι πλανήτες όλων των συναδέλφων και το γιορτάζουμε για λίγο τρώγοντας ή πίνοντας όλοι μαζί. και μετά ξανά, για δουλειά ή ύπνό)

τα σου που μου φέρνει ο μάρκος, τα φτιάχνει η κορίνα στον δίπλα πάγκο. στον παραδίπλα πάγκο, όταν δεν φτιάχνει σου, φτιάχνει σούσι. η κορίνα έχει πράσινα γαληνεμένα μάτια, όμορφια δόντια ένα εκ των οποίων λίγο στραβό. χαμογελάει και κοιτάει με γλύκα, εκτός απ' τις φορές που κατσαδιάζει τα αγόρια για την δουλειά ή για το σπίτι. με την κορίνα θέλουμε να κάνουμε κοριτσίστικο σλιπ όβερ, όταν σταματήσουμε να είμαστε εναλλάξ άρρωστες. η κορίνα μοιάζει με την θάλασσα, αλλά δεν μπορώ να εξηγήσω τι εννοώ. πρέπει να την γνωρίσετε. 

είναι κι άλλοι: ο κώστας που φτιάχνει το καλύτερο φαγητό στον κόσμο, και που τυχαίνει να το φτιάχνει για το προσωπικό. ο ρωμανός που δεν ήξερε να μαγειρεύει, και τώρα έχει κομμένα χέρια, την εμπιστοσύνη του σεφ και σοβαρό κούτελο στην κουζίνα. κάνει και σκοινάκι μεταξύ σπαστού ωραρίου. ο βέλη που γεννήθηκε το 2002 και είναι υπεύθυνος για όλο το πρωινό. ο ζάχος, ο πιο ευγενικός άνθρωπος του κόσμου. κι άλλοι πολλοί, κι άλλες λίγες, γιατί μέσα σε 30 άτομα προσωπικό αποφάσισαν να κυρήξουν τα κορίτσια είδος προς εξαφάνιση. 

είμαστε ένα στρουμφοχωριό εννιά-δεκά-εντεκά-ωρων, γεμάτο νεύρα και γκρίνια και όρεξη για αραγμα και ανακούφιση και ξεκούραση και κατανόηση. περνάμε τις μη-διακοπες μας μαζί και συζητάμε για το τι θα κάνουμε όταν τελειώσει η σεζόν και πού θα πάμε να ηρεμήσουμε. κουραζόμαστε μαζί και ξυπνάμε με μαύρους κύκλους σε διπλανά κρεβάτια, συγκατοικούμε με ανοχή ή όχι στις συνήθειες και τις παραξενιές μέχρι πρότινος, άγνωστων ανθρώπων. χαζεύουμε τους τουρίστες να κουβαλάνε τις οικογένειές τους και να τρώνε τα πρωινά που εμείς μαγειρεύουμε και σερβίρουμε, τα ζευγαράκια να τους ανοίγουμε με επισημότητα κρασιά για να (ξανα)ζήσουν τον έρωτά τους. και μετά σέρνουμε τα αθλητικά ή τα σαμπό μας πίσω απ' τα ψυγεία, για να φάμε μια μπουκιά φαΐ που μεινε από κάποιο τραπέζι, ή να σημειώσουμε ποιο μπουκαλάκι νερό είναι δικό μας. πουλάμε ελληνικό καλοκαίρι και πολύ ηλιοβασίλεμα, και πληρωνόμαστε σκατά λεφτά. κι όλοι κι όλες φύγαμε τρέχοντας από κάπου, για να έρθουμε τρέχοντας σε όλα αυτά τα δύσκολα και ακατανόητα, μα καλύτερα απ' αυτό απ' το οποίο φεύγαμε. 

μεθυσα με δανεικά, χόρεψα μόνη στην πίστα του διάσημου επαρχειακού άφτερ το "Running up that hill" της Kate Bush. μετά καβαλήσαμε ένα μηχανάκι, και στο ίσιωμα που έβγαζε προς την παραλία το αγόρι μπροστά μου είπε "εγώ οδηγώ για να χαζεύεις εσύ". απλώσαμε ένα σεντόνι στην άμμο, και τη στιγμή που ανέτειλλε ο ήλιος, βουτήξαμε στην θάλασσα. και κάτι άλλο: το να πίνεις μετά από μια, δυο βδομάδες οφφ, το να αντικρίζεις με λαχτάρα αυτό που θα σε βάλει σε μια κατάσταση μέθης ή έκστασης ή χασίματος ή εξόδου απ' την πραγματικότητα, είναι απ' τις πιο μοναδικές στιγμές στον κόσμο. κι αυτή η λαχτάρα σε κλωτσάει στα καλάμια, και φροντίζει να στο θυμίζει με διάφορους τρόπους. 

σήμερα είναι σάββατο, κάτι που δεν έχει καμιά σημασία. σήμερα πρώτη μερά δουλειά μετά από δυο μέρες ρεπό λόγω ασθένειας, και ετοιμάζομαι να κοιμηθώ για να βγω το βράδυ και το πρωί ποιος ξέρει, ισως κοιμηθω αλλη μια ωρα πριν ξαναπαω για δουλεια. σημερα ειναι σαββατο, ειμαι σεζον, και θα βγω παλι με δανεικα. 


Πέμπτη 9 Ιουνίου 2022

όπου ο καλός ο παίχτης ξαναρίχνει τα ζάρια χωρίς να περιμένει

 σκέψεις που θυμίζουν τζετ-πακ
σκέψεις που μοιάζουν με αλεξίπτωτα
υποτιτλισμός, ραπ, δύο δουλειές, διάβασμα για πάντα
συνελεύσεις , καινούργια στυλό, λάιβς, ξανά διάβασμα
από το παιχνίδι με το τετράχρονο στο φρέντο εσπρέσο μέτριο 
ένα σπίτι που μου δίνει χώρο
ένας συγκάτοικος που κοιμόμαστε στο πάτωμα
φοβόμουν μην γίνω ο παλιός μου εαυτός
τελικά χρησίμευσε για προσάναμα σε κάτι που δεν καίγεται
ανακαλύπτω αναγκαία όρια, τα κοιτάω να σχηματίζονται
μια ελπίδα να μην μεταμορφωθούν σε άμυνες
είμαστε με το συναίσθημα
με την ακεραιότητα και με το θρυμμάτισμα
αγόρια γύρω στα σαράντα, αλλά ξέρω πια τι είναι αυτό που δεν ζητάω
αγόρια γύρω στα τριάντα που τους αρέσει ο ιδρώτας μου
ταχυκαρδία ξανά, δηλαδή μπορώ ακόμα, δηλαδή "σταμάτα
να κάνεις κάθε φορά έτσι" λέει η μπάρα
όμως πέραν του ότι δεν είναι ποτέ "έτσι", γιατί κανένα "έτσι" δεν είναι ίδιο με το προηγούμενο
σήμερα είναι λιγότερο "έτσι" από ποτέ

με την κυριακή έχουμε τσιγάρα εναλλάξ
έχω βγάλει μιάμιση βδομάδα με τρίμματα καπνών που φυλάω για τις αφραγκίες
μέχρι να φτάσει η καύτρα στο χτένι 
και να αναγκαστώ να πάω περίπτερο
το πέμπτρο καλοκαίρι στην αθήνα έχει κάτι που θυμίζει τα υπόλοιπα
σεντόνια λερωμένα από σώματα που δεν θα πείραζε και να έλειπαν
ένα χειμωνιάτικο αγόρι 
δουλειά μέχρι τ'αυτιά, κι όμως
όλα τα παλιά "έτσι" 
έχουν γίνει μπάλα στα πόδια μου, γιατί
ξυπνάω για πάρτη μου, γιατί
κρατάω το σώμα μου όσο αυτό με κρατάει απ' τα μαλλιά
κι είναι, για πρώτη φορά, μια σχέση ισότιμη μεταξύ μας
χρωστάω μέιλ, πρόβες, εργασίες
αλλά τίποτα δεν μπορεί να μου πει πια πως δεν είμαι αρκετή
τίποτα δεν θα με κάνει να χτυπήσω τις κλειδώσεις στον τοίχο μέχρι να ματώσουν
τίποτα δεν θα με κάνει να κόψω το στήθος, τα μπούτια ή τα χέρια μου
γιατί δεν ζητάω αυτό που δεν είναι εδώ
γιατί η έλλειψη είναι κομμάτι της σελήνης χωρίς το οποίο δεν θα ήταν ολόκληρη
γιατί με κοιτάζω με μάτια γεμάτα 
κι όταν κουράζομαι, μπορώ επιτέλους να φύγω
μπορώ να φύγω σημαίνει διαλέγω
διαλέγω σημαίνει ξυπνάω έχοντας συνείδηση του πού πάει η μέρα
κι ας είμαι χαμένη στις εκατομμύρια κουκκίδες που φτιάχνουν τον χάρτη του μήνα 
κι ας την βγάζω με εφτά ή δεκαεφτά ευρώ τη μέρα
έχω πληγώσει κάθε μου κύτταρο για να μπορώ να στέκομαι εδώ
και να με κοιτάω, και να σας χαζεύω
κι ας μην έχω αποδεχτεί τον θάνατο, κι ας ακουμπάω στις ανασφάλειες
κι ας έχω τύψεις, φοβίες το βράδυ, ριταλίν και ζάναξ δίπλα στο κρεβάτι
ξέρω
πως μου αξίζει να είμαι παρούσα, πως μπορώ να δίνω μέχρι εκεί που φτάνω
πως όλα επιστρέφουν διαφορετικά 
και γι' αυτό θα ξαναρίξουμε τα ζάρια χωρίς να περιμένουμε εξάρες 


Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2022

όπου κάποτε κάποιος με πήρε απ’το χέρι


κοιτα πώς ηρθε η ιστορια

να μενω τωρα εκει 

που εσυ παλια μοιραζες γραμματα

να περπαταω δρομους 

μπας και τους μαθω στα τυφλα και γινει λιγο γειτονια

οπως περπατουσες δρομους για μηνες μεχρι να φτασεις να φτιαξεις το τελειο δρομολογιο

που με λιγη εκπαιδευση θα το εκτελουσες γρηγορα

μπας και μεινει λιγη πληρωμενη ωρα να καψεις

ετσι, μεσοβδομαδα παραδοση λογαριασμων και ειδοποιητηριων 

και παρασκευη με κυριακη 

δυτικα - ανατολικα προαστια

ρηματα, ανασφαλειες και κιτρινη λαμπα 


οταν ολα αυτα τελειωσαν

μετακομισες στο πιο μακρινο νησι του κοσμου

εκοψες τα μαλλια σου

μετα απο μηνες με υποδεχτηκες με κοκκινο πουκαμισο

στο μαντσεστερ με κρατησες σε βρεγμενες υπογειες τουαλετες

ενω πεσμενη στα γονατα πιστευα πως θα πεθανω πισω απ την πορτα

στην κυψελη μου φερες το παλιο μου κρανος, μη και παθαινα τιποτα τωρα που μαθες οτι θα ξαναμουνα συνοδηγος 

στο παγκρατι φετος φορεσα πρωτη φορα γι αυτο τον χειμωνα τις αρβυλες που μου χες κανει δωρο


το βλεπουμε κι οι δυο το μοτιβο

και γιατι αυτη η δυναμικη δεν μ αφηνει πια να εχω καμια απαιτηση 


εσυ παντα στεκεσαι πανω απ τις περιστασεις

εγω εμφανιζομαι σε βιντεο κλησεις κλαιγοντας μια τυχαια μερα του μηνα

κι ισως η σοβαροτερη στοχοθεσια ενηλικιωσης

να ειναι η στιγμη 

που θα κανω περα τις μαλακιες

και θα προλαβω να σε φροντισω 

οταν παλι δεν θα το εχεις αρθρωσει




Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2022

όπου πάει ο καιρός και φεύγει

αν προσπαθήσω να πιάσω το νήμα, θα δυσκολευτώ ν' αγγίξω την άκρη. 
ξέρω πως πάει πίσω, μπουρδουκλώνεται στους διαδρόμους, και χάνεται μακριά στα σκοτάδια που δεν είμαστε φτιαγμένες να μπορούμε ν' ανακαλέσουμε. 
ξέρω πως αυτό το νήμα, όπως όλα τα σημαντικά νήματα, με κρατά γερά στις πέτρες που 'ναι θαμμένες στην κοιλιά μου, ένα νήμα που τεντώνει κάθε μέρα, θυμίζοντας τον βυθό κάτω απ' την επιφάνεια.
η μαριανίνα κριεζή μου φτιαξε χάρτες. χάρτες λεπτομερείς κι ανάγλυφους, δημιουργώντας κάτι εντελώς πραγματικό, μέσα απ' την εξουσία του εντελώς συμβολικού: τις λέξεις. 
έχω ζήσει μόνη στους στίχους της, έχω δει τον έρωτα να γίνεται λουλούδι που αυταναφλέγεται (γεια σου λακάν!), την δυνατή μοναξιά να παίρνει μορφή ποταμιού από γιαούρτι, έχω χτυπήσει τα πόδια μου ξανά και ξανά και ξανά. κι ήταν κι άλλοι εκεί, άλλοτε ο χατζιδάκις στη διεύθυνση, συχνά η πλάτωνος στη μουσική. κι όταν άκουσα πρώτη και μία φορά το ρόζα ροζαλία να εκφέρεται σε λάιβ απ' την γιαννάτου, και το σαμποτάζ απ' τον παλαμίδα, ένιωσα τον κύκλο να κυκλώνει. εκείνο το βράδυ μείναμε ξύπνιοι ως τις εφτά κάπου μακριά απ' το κέντρο, πέσαμε για ύπνο με ταχυκαρδίες, ο μ. δεν ξύπνησε ποτέ να πάει για δουλειά και πάλι τον έψαχναν, κι όταν καταφέραμε να πάρουμε τα πόδια μας, κυνηγούσαμε κάποιο κυριακάτικο λεωφορείο απ' την άκρη του πουθενά στα σπίτια μας, με μαύρους κύκλους, σπασμένες μούρες, και ένα πρώτο σ'αγαπώ. 
και πάλι, η αξία όλων αυτών βρίσκεται εκεί, την ίδια στιγμή που εξαφανίζεται: τα σημαντικά έργα βρίσκουν τους τρόπους τους να μας κρατάνε παρέα σε όλες μας τις αντιφάσεις. περνάνε χέρι με χέρι, αγκαλιάζουν μια συνθήκη και μετά την επόμενη, σφίγγοντας την καρδιά και το χέρι μας και μεγαλώνοντας μέσα μας, μαζί με μας. επιστρέφουν, κυλάνε από κάτω μας, κυλάμε μαζί στα χρόνια, μας θυμίζουν, συγχωρούν και ξεχνάνε ευκολότερα και καλύτερα από μας, δηλαδή μας διδάσκουν. 

έψαχνα καιρό αφορμή να γράψω, αλλά συνήθως κέρδιζε το διάβασμα ή ο ύπνος. κι αφού όλα τα προσλαμβάνουμε μέσα απ' τους δύστροπους φακούς των γενικά δύστροπων ζωών μας, ο θάνατος της μαριανίνας κριεζή μου χτύπησε άλλη μία καμπάνα υπενθύμισης της απώλειας. όμως, στο βάθος της απώλειας, αν όλα πάνε καλά, υπάρχει πάντα ένα πράγμα: η αναγκαστική, ευτυχής και δυστυχής, παραδοχή πως όλα συνεχίζουν τρέχοντας, αφήνοντας πίσω μια γραμμή νεραϊδόσκονης και μια υπόσχεση επιστροφής με τρόπους που δεν είχαμε φανταστεί, σε μέρες που το δέρμα και η αναπνοή μας θα έχουν αλλάξει. 

Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2021

όπου αργείς να το πιάσεις

υπερβολή σλιπ:υπομονή
μια ζωή στην υπερβολή
απ' τα δάχτυλά μου κρέμονται ακέντητα νήματα
που λάμπουν στο σκοτάδι 
πράσινα και χρυσά
ξετυλίγονται και μπλέκονται με το πάτωμα
οι αστράγαλοί μου στέκονται
με καλοσφιγμένες βίδες
κι ό,τι πονούσε χθες
πονάει ακόμα, λίγο λιγότερο
ξετυλίγω το δώρο μου
μέρα με την μέρα ανακαλύπτω
πώς μεταμόρφωσα την σκοτεινή μπάλα στα χέρια μου
σε δώρο
τίποτα απ' αυτά δεν μου ψιθυρίστηκε
ψάχνω στο χώμα 
για τα σημεία του μονοπατιού
ξέρω πως στο τέλος της ημέρας
υπάρχει κάτι να με περιμένει
ένα κρεβάτι που έστρωσα μόνη μου
κι όλα όσα βροντοφωνάζουν επιλογή
κι ύστερα μαζί
δοκιμάζουμε το ελεγχόμενο ατύχημα
σκοντάφτω στις μύτες σου
κρατάω απ' τα μαλλιά τον φόβο
και σου χαμογελάω 
σαν να το κάνω για πρώτη φορά
μόνο και μόνο γιατί μπορώ
γιατί μπορώ να το ξανακάνω
μπορώ να κρατάω λάσπη
να έχω στα παπούτσια στην κωλότσεπη στα μπατζάκια λάσπη
να φοράμε γυαλιά ηλίου και φλις
και να αγκαλιαζόμαστε κλαίγοντας στην ταράτσα
το πρωί μετά από άλλη μια νύχτα σύγχυσης και --
μπορώ να ξερνάω μέσα απ' τα χέρια σου
και να 'ναι η επανάληψη της ευαλωτότητας
η μεγαλύτερη ισχύς
δημιουργώ στρόβιλους στα δωμάτια
κι έρχεται η ώρα
που θα μπορέσω να τους κρατήσω στα χέρια

Τρίτη 27 Ιουλίου 2021

κάθε φορά που πέφτω για ύπνο

γράφω γιατί τα καλοκαίρια μετά την ενηλικίωση είναι τυρανικά, ή κοιτούν προς τα εκεί με κάθε τρόπο.
θέλω να εκπληρώσω αυτή τη νομοτέλεια, για να ανταποκριθώ στο πόσο με πιέζει. 
γράφω για μένα, και γιατί αναρωτιέμαι πού πάνε αυτά τα κείμενα όταν δεν έμεινε κανείς σημαντικός να τα διαβάζει. και γιατί, παρά την ματαιότητα της προσπάθειας να διατηρηθεί η ιστορία με ψηφιακούς τρόπους, εκτελώ ένα χρέος απέναντι στον εαυτό μου και στην σχέση μου μ' αυτό το μπλογκ.

παρακάτω.

έβαλα μια άκυρη βότκα που βρήκα σπίτι, σκέφτηκα τον χρήστο να την αγοράζει λέγοντας "καλό είναι να υπάρχει στο σπίτι κάνα ποτό". ή να την αγοράζει για να συνοδεύσει κάποιο γαμήσι του. όλα καλά, όπως και να 'χει, απλώς το μόνο που βρήκα να την συνοδεύσω ήταν λίγο τζίντζερ. θα δούμε πώς θα πάει αυτό. 

κάθε φορά που πέφτω για ύπνο μόνη μου, είναι μια μάχη. μια μάχη κατευνασμού και χαϊδέματος του εαυτού μου, ή μια μάχη παράδοσης στα πάθη της εξάρτησης. η εξάρτηση σαν κόνσεπτ, όσο μοιάζει να κοιτάει εμμονικά ένα και μόνο πράγμα, ποτέ δεν βλέπει μόνο αυτό. η εξάρτηση είναι ένα μοτίβο, είναι ρίζες βαθιές, είναι τρόπος αντίληψης του εαυτού. γι' αυτό, ένας εξαρτημένος δεν είναι ποτέ εξαρτημένος με ένα πράγμα: έχει μάθει να εξαρτάται, είναι άμυνα, τρόπος σύνδεσης, παβλοφική λειτουργία απόκτησης χαράς και ανακούφισης. έτσι κι εγώ, μαζί (ή παρά) τις διάσπαρτες σημαντικές εξαρτήσεις, εξαρτώμαι πάντα και κύρια απ' την επιβεβαίωση, την τρυφερότητα και την αγάπη. 
κάθε φορά που πέφτω για ύπνο μόνη μου, έχω πρώτα σκεφτεί πώς θα μπορούσα να το αποτρέψω. ποιον να πάρω τηλέφωνο για να του ζητήσω να κοιμηθούμε μαζί; τις περισσότερες φορές αρνούμαι να μου δώσω απάντηση, κάποιες άλλες σηκώνω το κινητό αλλά η ώρα είναι περασμένη και κανείς δεν είναι διαθέσιμος. η επιθυμία μου δεν εκπληρώνεται, αλλά μοιάζει να ικανοποιείται ολότελα, εκείνη ακριβώς την στιγμή της απόρριψης. η εξάρτηση βιώνεται σκληρότερα, τις στιγμές που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί. έτσι κι εγώ, ξαπλώνω μόνη μου έχοντας καταπιεί το γεγονός ότι δεν μπορώ το άδειο κρεβάτι.

τα ζάναξ είναι μια εύκολη, παρα-εύκολη λύση. είναι πράγματι πολύ ικανοποιητικό να γλυτώνεις απ' τον κόπο και την κούραση σκέψεων που ξέρεις πως θα έχεις ξεπεράσει το πρωί. ένα βράδυ τον χειμώνα είπα στον χρήστο "μπορώ να κοιμηθώ μαζί σου;", και μ' άφησε. κι εγώ πήρα 0,5 και κούρνιασα στις κουβέρτες στην άκρη του κρεβατιού, και τις ένιωθα να με τυλίγουν ξανά και ξανά όλο το βράδυ. 
ύστερα ξυπνάς ζαμπόν στην καλύτερη, στην χειρότερη έχεις ένα ψεύτικο αίσθημα αυτοπεποίθησης και ασφάλειας που φεύγει και σ' αφήνει ξεκρέμαστη λίγες ώρες αργότερα. 

κι αυτός είναι ο ιδανικός τρόπος να λύνω τα προβλήματά μου: ένα σατ ντάουν. κι αυτό είναι κάτι τόσο μύχιο, που δεν θέλω να το ταράξει ούτε η σχέση μου με την ψυχοθεραπεύτριά μου ούτε κανείς άλλος. χωράει σ' ένα μπλογκ όμως, αλλά εδώ είναι το χωράφι μου και γράφω δεκατρία χρόνια οπότε καταλάβατε.

δεν είναι τα ζάναξ ούτε η παρέα άλλων ανθρώπων στον ύπνο η λύση. αντιλαμβάνομαι την ευκολία των επιλογών αυτών, και προσπαθώ να σκέφτομαι δυο φορές πριν κυλήσω σ' αυτό που πριν ονόμασα πάθος. είναι η ίδια η ανάγκη που με κάνει ν' αλληθωρίζω και τελικά να κοιμάμαι αγκαλιάζοντας τα κομμάτια μου, γιατί δεν θα μπορούσα να κάνω αλλιώς.

μεθυσμένη παντομίμα, που έλεγε κι ο γκίνσμπεργκ. ξέρετε πώς πάνε αυτά. κι αν δεν ξέρετε μην αγχώνεστε, γιατί κι εγώ ακόμα μαθαίνω.
στην υγειά των καλοκαιριών που θυσιάζουμε αναγκαστικά, λοιπόν. 

πάω να κοιμηθώ περήφανα μόνη μου.



Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2020

δεν έχω υγιή πνευμόνια
ούτε ο παππούς μου 
ούτε ο προπάππους μου
και δεν προσέχω, και καπνίζω, και τα κουράζω γενικά, ας συμφωνήσουμε
τώρα θα κάνω το πρώτο τσιγάρο
όταν τελειώσει ο καπνός δεν θα πάρω άλλον, μέχρι να γίνω τελείως καλά
ζωή να 'χει ο κόβιντ, να πεθαίνουμε στα σπίτια μας εμείς
τέλος πάντων

καιρό την περίμενα αυτή τη μέρα που θα ξανάγραφα
δεν ξέρω ποιοι έχουν μείνει να διαβάζουν από κείνους που κάποτε με διάβαζαν
δεν έχει σημασία, στο τέλος τέλος
τα μπλογκ έχουν πεθάνει
κι όσες γράφουμε ακόμα δεν χρωστάμε τίποτα σ' αυτούς που κάθονται και μας διαβάζουν
έναν χρόνο τώρα, δεν έχω την ανάγκη να γράψω εδώ
δεν έχω την ανάγκη να γράψω εδώ, σημαίνει είμαι καλά

έφτιαχνα πρωινό και σκεφτόμουν
πως αν έχω καταφέρει ένα πράγμα για το οποίο είμαι περήφανη
είναι ν' αγαπάω έναν άνθρωπο
χωρίς να περιμένω πια αντάλλαγμα
ξέρω πως μ' αγαπάει από μακριά
αλλά και να μην μ' αγαπούσε, το ίδιο θα μου ήταν
δεν έχω απαιτήσεις, δεν περιμένω
ζεσταίνομαι μόνο απ' την ιδέα πως 
κάθε μέρα που ξυπνάω
έχω χώρο γι' αυτόν μέσα μου
να μου θυμίζει πώς μεγαλώνω, πώς πατάω, πώς ξεκίνησα
είναι μέσα στην πυξίδα μου σιωπηλά
κι εγώ κάνω ό,τι μπορώ, όποτε χωράω
να του θυμίζω πως δεν είναι μόνος

σκεφτόμουν
κάποιες φορές σ' αγκαλιάζω ενώ κοιμάσαι δίπλα μου εξαντλημένος
και κάνω ησυχία μην σε ταράξω, αν και ξέρω πως κοιμάσαι σαν αγελάδα
κι ενώ νιώθω γαλήνια και πλήρης
θυμάμαι πώς ήταν, σ' ένα άλλο κρεβάτι
να ξαπλώνω ανήσυχη, να περιμένω, να μην παίρνω ούτε τα μισά απ' αυτά που είχα ανάγκη
και να σκέφτομαι έλα τώρα, τι είναι πια η ανάγκη, κάτσε ήσυχα 
εκεί λυπάμαι
γιατί έκατσα εκεί που δεν χρειαζόταν να κάτσω
γιατί ανάμεσα στα σώματά μας μπαίνουν για λίγο σκέψεις από άλλο γαλαξία
αυτά, παλιά θα έλεγες αν άκουγες τις σκέψεις μου
σκεφτόμουν ότι κυνηγάω εμπειρίες
κι όταν κυνηγάς εμπειρίες βρίσκεσαι μια μέρα με χούφτες γεμάτες από τέτοιες, καλές και κακές
και στο βωμό της εμπειρίας, δεν υπάρχει αξιολόγηση
τις μαζεύεις, τις κάνεις συνταγές επιτυχίας για το μέλλον, τραυματίζεσαι λιγάκι
και προχωράμε
σκεφτόμουν ότι αν μπορούσα να διαλέξω
θα έκανα ερέιζ τις εμπειρίες μας
όχι γιατί ήταν πολύ κακές και θέλω να ξεχάσω, 
αλλά γιατί οι βαλίτσες μου τώρα θα ήταν ελαφρύτερες
αν δεν είχαμε κουραστεί τόσο πολύ μεταξύ μας

η φαίη μου 'χε πει σ' ένα πάρτι ότι ο νικολαϊδης είναι ελάσσονα λογοτεχνία
πήρε καιρό, αλλά τον ξεπέρασα, όπως γίνεται με όλους τους έρωτες δηλαδή
μπήκε κι αυτός στο μπαουλάκι
σ' αυτό που θα μπούμε όλοι, με λίγα λόγια