Είμαστε καταδικασμένοι να μην ξεφεύγουμε
απ' την αυτοαναφορικότητα
και τις θλιβερές νουθεσίες
το εγώ που ορθώνεται και δε λέει να
σκύψει κεφάλι.
Οι πένες γρατζουνούν τα χαρτιά, αφού τα μελανοδοχεία
ξεράθηκαν,
κι ύστερα βαφτίζουμε τις γρατζουνιές
όπως εξυπηρετεί τις ψυχές μας.
Δένω ένα σκοινί και το σκαρφαλώνω
ενώ ξέρω την κατάληξη
γιατί, αλήθεια, ποιο το νόημα;
Αυτά τα πρωτόλεια μια μέρα θα καούν
όχι ως ανάξια
αλλά ως το καλύτερο μέρος της εαυτής μου.
Διότι, διάβολε, θεέ, μητέρα, πατέρα
αυτό είναι τέλμα μου
αυτή και η ουσία που καταπίνω όταν
κοιμάστε.
Δηλαδή, τούτο 'δω είναι το καλύτερο που
μπορώ να κάνω.
Πάρτε το χαμπάρι
η κόρη σας δεν φωσφορίζει
ούτε στη λάμψη, ούτε στο σκότος.
Μόνο φοράει όμορφα αθλητικά
κρατάει ένα τσιγάρο κι ένα κρασί
και πιστεύει πως ξεφεύγει απ'τη
γήινη πλέμπα.
Όμως, ανάθεμα, μας χάρισαν τόσο
μεγάλη ποικιλία, που δεν αξίζεις να
πεις πως ξεχώρισες.
Θα ξεχαστώ
και το θέμα δεν είναι η υστεροφημία
ούτε η ικανοποίηση της πένθιμης ματαιοδοξίας.
Είναι μια μίξη αυτών των δύο.
Είναι που δεν κατάφερα να
καβαλήσω το διαστημόπλοιο
και που η αναγνώριση κρύβει
συμβιβασμό.
Γι' αυτό λέω πως δεν ξέρω τι παίζει
όταν ακόμα αμφιταλαντεύομαι
στο φάρδος και την ασθενικότητα.
Δεν χρησιμοποιώ ομοιοκαταληξία
γιατί δεν είμαι ικανή.
Πιο ικανή.