Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2018

η κυψελη δεν εχει ασανσερ









"τι αυταρεσκο χαμογελο
θα στο κοψω
μαλακισμενο
μου σπας τα νευρα 
παιρνεις παντα αυτο που θες, ε; 
ολοι της δίνουν αυτο που θελει
-γελας και τριβεσαι και παίρνεις αυτο που θες, ε;
γνεφεις; τι θες;  ολο γνεφεις
τι θες, ρε μαλακισμενο;" 
πηγα να πιαστω απ το μαξιλαρι
αλλα το κεφαλι μου κοπανησε στον τοιχο
θα βαζα τα κλαματα
αληθεια σου λεω
αλλα θυμηθηκα το βαρος 
του να φορτωνεις αγνωστους 
με προβληματα που δεν τους αφορουν
και δαγκωσα τη γλωσσα
"το δερμα σου εχει γινει κοκκινο"
αυτο μου αξιζει, το ξερω
"πώς εχεις γινει ετσι ρε μαλακα"
το μεικαπ ειχε ξεβαψει
ημουν φαια και ασχημη
αυτο μου αξιζει, σου λεω
μετα τη λυτρωση του να ποναω μονη μου
ερχεται η καθαρση του να με πονανε αλλοι
κοντρα στην επιθυμια μου
τη βουληση, την καυλα μου
εγω γυμνη και ματωμενη στο κρεβατι
-το λες κι αριστοτελικο-
τρεμω, ετρεμα, με εκανε να τρεμω
κι ενιωθα η χειρότερη της αγελης 
η λιγοτερη
τι σημασια έχει που δεν υπάρχει β' συγκριτικό 
-λιγοτερη-
κι υστερα, παμε παλι να μαθουμε
ποσο ποναει ενα πολυχρησιμοποιημενο ρουθουνι
κοιμομουν και το σωμα μου ηταν ο μοχλος του ονειρου
με καθε αλλαγη στασης στο στρωμα
αλλαζα δωματιο στο σπιτι
εβαζα το χερι πισω απ το μαξιλαρι
και τα γράμματά μου αποκτουσαν αξια
εβαζα την παλαμη κατω απ το μαγουλο
και μπορουσα να κοιμηθω αφοβα στην οδο ντελακουρ
τα μαλλια του ανεμιζαν στο τελος του διαδρομου
ολα πηγαιναν περιφημα
μονο, πισω στο σωμα 
το σπιντ ειναι η χαρα του φτωχου
και η καρδια μου κοντευε να σπασει 
και δε μου 'χε μεινει σαλιο για σαλιο
καθως αφουγκραζομουν τον ηλιο που εμπαινε στο δωματιο
καπου αναμεσα στον υπνο
το ξυπνητηρι
και το θανατο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου