Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

Πλάι πλάι





Ήρθε κι έδεσε ο γαμημένος ο Τσαϊκόφσκι
Κοντσέρτο Νο1 "EN SI BEMOL MINEUR"
Κι ας είσαι εσύ "πιο μετά - μπαρόκ"
Δεσποινίς, μας γαμήσατε τον κόσμο
κι ούτε που το φχαριστηθήκαμε
Έτσι δεν είπες;
Χωρίς τσιγάρα
Με το δίσκο απέμεινα
και τον καταραμένο το Σίγκμουντ
καιρό τώρα
Τρεις βδομαδες -άλλοι άντεξαν λιγότερο
Όχι, η καρμανιόλα ηχεί always the same
και τώρα κάτι μου 'ρθε για την ποικιλότροπη
και πολύγλωσση έκφραση -θεά Γλώσσα
Α, γάμα το
"Γαμάω -ώ" συνηρρημένο της α' συζυγίας
Συχνή χρήση
Αγαπημένη χρήση
Δόλια χρήση
Όμως να που ο Πιοτρ Ιλιτς
απόψε γίνηκε πιο φίλος
και συνεχίζει -μονάχος- στο πικάπ
Κι αφού η βραδιά κυλάει μουσικώς
το μεσημέρι σαν ξαπόστασα μ' επισκέφθηκε ο Νικ Κέιβ
Έβαζε ποτό, ουίσκι, Τζακ μόνο
πίσω απ' τη μπάρα, τη γνωστή
"Heal!" φώναζε
"Heal, heal, heal!"
Ο Νικ Κέιβ σου πήρε τη θέση
-κάποτε θα συνέβαινε κι αυτό
Και το σύμπαν το παράλληλο
των άλλων
είναι το δικό μας το προσωπικό
Συνήθισέ το
Ίσως κι εγώ προλάβω να μάθω ως τότε.

Au rev... μπα, όχι, γάμα το κι αυτό.

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016

Αντί υστερογράφου





Το τσαλιμιασμένο ράδιο πάντα θα παίζει
εκείνα τα τραγούδια
πρωινά που το στομάχι είναι αδειανή σπηλιά
και το βλέμμα μοιάζει, θαρρείς, νεκρού
ύστερα από βράδια
στα οποία παρέδωσες
στάζοντας
ένα κόμματι απ' την αριστερή μεριά
του θώρακα.
Το μόνο θετικό
βρίσκεται στα μικρά εφεδρικά πλάνα
με τα μισοάδεια μπυρομπούκαλα
και τις φωνές στο κεφάλι σου που
καλούν
ένα όνομα -για να μείνεις
ένα όνομα -για να πεθάνεις
ένα όνομα -για να εξηγήσεις.

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Το κορίτσι του Γιοστέιν





Γνώριζα ένα κορίτσι
που τις Κυριακές κρατούσε
μια τσάντα πορτοκάλια
και στεκόταν ανάμεσα στις δυο κάμερες ασφαλείας,
στον κενό χώρο της αποβάθρας όπου
κανένας γραβατωμένος υπάλληλος δεν την παρακολουθούσε
βαριεστημένα.
Η μια κάμερα κοιτούσε αριστερά, η άλλη δεξιά
και το κορίτσι απέναντι
απολαμβάνοντας ζωτικό χώρο
χρόνο
και λίγη μουσική.
Τα πορτοκάλια ήταν βαριά
το κινητό δεν έπιανε.
Κάποιος την περίμενε
δεκαέξι στάσεις
και μια αλλιώτικη ζωή
μακριά.

Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2016

Πας καιρός







22.2.16

Προλαβαίνω να βράσω και να ιδρώσω,
να συνειδητοποιήσω γιατί οι άνθρωποι παντρεύονται από έρωτα
και γιατί δε χωρίζουν μετά από τριάντα χρόνια έρωτα μετουσιωμένου σε ρουτίνα.
Βέβαια, εγώ μοναχά για σένα θέλω να μαγειρεύω
και μόνο από σένα θα ανεχόμουν να με ξυπνάς
για ν' αλλάξουμε μεριές.
Εσύ, εσύ, τι είσαι εσύ;
Όλη η αλφάβητος,
κάθε σκονισμένο βιβλίο,
μεταρσιωτικός καπνός
ο ένας
κι ο πολύς
η μάζα
το ακροδάχτυλο
-ΟΧΙ.
Αν όρισουμε κάτι, ξεκινά να υπάρχει
και, δε θέλω να μάθω αν υπάρχεις,
ή αν εγώ βρίσκομαι τόσο καιρό σ' ένα
λευκό δωμάτιο, μονάχη.
Προτιμώ την πλάνη,
την απουσία της αυθυπαρξίας μου
-παρά την απουσία της υφής σου.

Ύστερα, εκείνη η μικρή ελιά στο σβέρκο
το σημάδι στο δεξί σου φρύδι
οι γυμνασμένες γάμπες
-πώς θα επιβίωναν όλα τούτα
δίχως τα χάδια και τις εξονυχιστικές
ματιές μου 
πάνω τους;

Άστο γι' αύριο
εγώ δεν
εγκαταλείπω. 

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Η θλιβερή διάκριση μιας καλής ημέρας




Μια καλή μέρα φαίνεται
από ένα χαλασμένο ραδιόφωνο,
μια πρωινή μπόρα
κι ένα ζευγάρι παπούτσια με άνοιγμα στη
σόλα.
Το πιο ευοίωνο στοιχείο στην ιστορία αυτή, όμως
είναι η Κόκκινη Ομπρέλα
Η Κόκκινη Ομπρέλα ήταν λίγο
καλύτερη
από άλλα κόκκινα πράγματα
(βλέπε Κόκκινη Πλατεία, κόκκινη ντομάτα γεμιστή στο φούρνο, κόκκινο αίμα σε βαμβακερό πουκάμισο)
-όχι όμως γιατί ήταν κόκκινη,
όσο για τ' ότι ήταν ομπρέλα.
Διότι,
όπως όλοι γνωρίζουμε
ομπρέλα κρατούσε η Μέρι Πόπινς
όπως και ο γίγαντας Χάγκριντ.
Κι αν εκείνη την ευλογημένη μέρα
μπορούσε κανείς να διαλέξει τι θα ήθελε να κάνει
με την Κόκκινη Ομπρέλα
ουκ ολίγοι
θα προτιμούσαν να πετάξουν σε κάποια
λονδρέζικη κεραμιδοσκεπή
και να καθαρίσουν κάποια λονδρέζικη καμινάδα
παρέα μ' έναν σβουνιασμένο λονδρέζο καμιναδοκαθαριστή.
Άλλοι πάλι, θα ήθελαν να βρεθούν
στο σταθμό του Κινγκς Κρος
στην πλατφόρμα 9 3/4.
Η ειρωνεία είναι
πως κανείς δεν τους ρώτησε,
κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να δώσει
μια δεύτερη ομπρέλα
ή έστω ένα χαρτομάντιλο για να σκουπίσουν
τα γυαλιά τους,
όταν η Κόκκινη Ομπρέλα
αποδήμησε εις Κύριον
τα 'παιξε
καπούτ
έσπασε.
Κι έτσι, μικροί κύριοι και μικρές κυρίες
με χαλασμένα ραδιόφωνα
και παπούτσια με άνοιγμα στη σόλα
συνέχισαν, ο καθένας το δρόμο του,
σ' αυτή την τόσο όμορφη
και τόσο βροχερή
εκείνη
μέρα.

Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

On time





Πού πήγαν όλοι;
Γιατί κανείς δε γελά
μηδέ επιδιώκει περιπέτειες;

Μα, κορίτσι
το πάρτι έγινε
-και το 'χασες.
Κάτσε, όμως, ν' ακούσεις ιστορίες
για τις αξέχαστές μας νύχτες.

Κυριακή 28 Αυγούστου 2016

No fate



Όλοι οι ρομαντικοί
οι παθιασμένοι με τη ζωή
οι εξεγερμένες
οι επαναστάτριες

Όλοι θα γίνουν γέροι αμίλητοι, αξύριστοι, τσιφούτηδες
γριές με ροζ φουστάνια
και περίεργα σκουλαρίκια.

Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016

Το κηδειόσημο



Σου δίνουν μια κλωτσιά
και σε πετάνε στον κόσμο.
Κι εσύ πρέπει να βρεις τρόπο
να συνειδητοποιήσεις
ποιος, πού, γιατί
και μετά
και τώρα
και τώρα τι.
Ο χρόνος είναι λίγος
περνάει
-πάλι πέρασε-
και πάλι
και το δευτερόλεπτο γίνεται
λεπτό και το λεπτό
αιώνας.
Κι ύστερα
σου κολλάνε ένα κηδειόσημο.
Το δικό σου
προσωπικό κηδειόσημο.
Μη νομίζεις, για όλους το ίδιο έχουν
"Η νεκρική ακολουθία θα τελεστεί ______
ώρα ___"
Τέλος.
Κλείνει το φέρετρο.
Κλαίνε, σε συζητούν.
Αναπολούν
ή σχολιάζουν το φουστάνι της μπροστινής,
την απουσία του αλλουνού.
Ναι, κανενός η κηδεία δεν είναι
όπως την είχε φανταστεί.
Κι αυτοί θα πεθάνουν,
και τα παιδιά τους,
κι ύστερα τα εγγόνια των παιδιών τους.
Και σύντομα, το όνομα θα ξεχαστεί
η μόδα θα 'χει αλλάξει
-θα φορούν μπρασελέ στα μαλλιά
και κιλότες στα στήθη.
Κι η γη θα γυρνάει
θα κάνει ελλειπτικές στροφές
κι άστρα θα εκρήγνυνται έτη φωτός
μακριά.
Και μια μέρα
ο ήλιος θα γιγαντωθεί,
θα καταπιεί τη γη
και κανείς δε θα θυμάται
κανείς δε θα πονά.
Κανείς δε θα καυχιέται πως υπάρχει. 

Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

Lacrima




Με 'κείνα τα μάτια
Ήξερες πως είχα δίκιο
Με 'κείνα τα μάτια με κοιτούσες
Μιλούσα, μ' έβγαζα στην επιφάνεια
Με 'κείνα τα μάτια
Και δεν είπες τίποτα
Με 'κείνα τα μάτια που παραπονέθηκαν
Γιατί έφερα άσσο
Με 'κείνα τα μάτια
Πρώτη φορά δεν απάντησες
Με 'κείνα τα μάτια που με φροντίζουν
Σώπασες
Με 'κείνα τα μάτια συνέχισες να μονολογείς
Με πλήγωσε που σώπασες
Με 'κείνα τα μάτια
Δεν ήθελα να ξέρω πως είχα δίκιο
Γιατί δεν έμαθα να έχω δίκιο
Κι όταν έχω δίκιο,
κάτι τρομερό συμβαίνει
Λοιπόν, προτιμώ να σου βγάζω τα μάτια
παρά να τα κοιτώ να δακρύζουν 

Τρίτη 12 Ιουλίου 2016

Ο θάνατος της Λουζ

/>




Σ' ένα χειρουργείο, κάποιο χειμωνιάτικο βράδυ
θα βρεθούμε όλοι μαζί.
Θα σας περιμένω καθισμένη
στο μεταλλικό τραπέζι
ενώ θα πιάνετε θέσεις
σιγά σιγά
δίπλα στους καθαρούς τοίχους.
Κι όταν μαζευτείτε όλοι,
με ύφος τελετουργικό
θα πιάσω τα νυστέρια
και θα πράξω αυτό που
προετοίμαζα σε πρόβες και σκέψεις
και πορφυρούς διαδρόμους, ντάλα μεσημερί.
Τσιμπιδάκια, ψαλίδια
-μάλλον δεν θα ξέρω να τα χρησιμοποιήσω
με τρόπο άλλον απ' αυτόν που
ονειρευόμουν κάθιδρη.
Σαν σκίσω τη σάρκα και το δωμάτιο
γεμίσει αίμα
θα σας χαμογελάσω
βαθιά, ως τους αποσβολωμένους οφθαλμούς σας
κι ένα ένα θα αποθέτω
ποικιλόμορφα κομμάτια μου
στο παγωμένο μέταλλο.
Θα ξαπλώσω αιμορραγώντας
κι εσείς, παρακαλώ,
περάστε και συλλέξτε
ό,τι νομίζετε πως
σας ανήκει.
Το αποστεωμένο περιβάλλον
είναι το μόνο
σπίτι
που θα μπορούσαμε να συνυπάρξουμε.  

Τρίτη 14 Ιουνίου 2016

Ωδή στη βλακεία






Οι επικίνδυνες πόρτες δεν ανήκουν μόνο στην Αλίκη.
Ιδίως όταν εκτρέφεις στα σπλάχνα σου ένα παιδί
που σου κλωτσάει το στομάχι
σου δαγκώνει τον πλακούντα.
Οι πόρτες δε ρωτάνε αν είσαι έτοιμη
-ας γνώριζες, αναθεματισμένη.
Όμως, καλά να πάθεις, ηλίθιο παιδί.
Η εξέλιξη σε προετοίμαζε αιώνες για να
μπορείς να τιθασεύεις τα ένστικτα που
αναδύονται απ' τα τάρταρα.
Κι όσα κι αν θες ν' αποδεικνύεις,
καλό είναι πού και πού να τις διατηρείς
κλειστές.

Παρασκευή 1 Απριλίου 2016

Νέες λέξεις







Κοιτάω τα σαλιγκάρια που βγήκαν να συρθούν στην υγρασία
-πάλι εξατομικεύω.
Τα γλοιώδη σώματά του είναι γεμάτα
βρωμιά και χώμα
ενώ κρύβονται για να προφυλαχθούν
από βιαστικούς και άτρωτους.
Ένα πράσινο σαλιγκάρι βρέθηκε το πρωινό αυτό στο δρόμο μου
Σταμάτησα και του 'κανα σήμα να βιαστεί
διότι ξημέρωνε κι ο κόσμος
θα πηγαινοερχόταν.
Χαμπάρι.
Το τσίγκλησα μ' ένα αγριάρι, το 'σπρωξα
λίγο πιο 'κει.
Τίποτα.
Του φώναξα "γέρο, προχώρα"
και γύρισε να μ' αντικρίσει.
Οι κεραίες του συστέλλονταν και διαστέλλονταν
Ένιωσα σαν φοβικό ζώο
που θωρεί κυνηγό
πρώτη φορά.
Το σαλιγκάρι ήταν τόσο άσχημο, εκφραστικό
και ιδρωμένο.
Το 'βαλα στα πόδια

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

The sTOogeS heLped (a BiT)




Είμαστε καταδικασμένοι να μην ξεφεύγουμε
απ' την αυτοαναφορικότητα
και τις θλιβερές νουθεσίες
το εγώ που ορθώνεται και δε λέει να
σκύψει κεφάλι.
Οι πένες γρατζουνούν τα χαρτιά, αφού τα μελανοδοχεία
ξεράθηκαν,
κι ύστερα βαφτίζουμε τις γρατζουνιές
όπως εξυπηρετεί τις ψυχές μας.
Δένω ένα σκοινί και το σκαρφαλώνω
ενώ ξέρω την κατάληξη
γιατί, αλήθεια, ποιο το νόημα;
Αυτά τα πρωτόλεια μια μέρα θα καούν
όχι ως ανάξια
αλλά ως το καλύτερο μέρος της εαυτής μου.
Διότι, διάβολε, θεέ, μητέρα, πατέρα
αυτό είναι τέλμα μου
αυτή και η ουσία που καταπίνω όταν
κοιμάστε.
Δηλαδή, τούτο 'δω είναι το καλύτερο που
μπορώ να κάνω.
Πάρτε το χαμπάρι
η κόρη σας δεν φωσφορίζει
ούτε στη λάμψη, ούτε στο σκότος.
Μόνο φοράει όμορφα αθλητικά
κρατάει ένα τσιγάρο κι ένα κρασί
και πιστεύει πως ξεφεύγει απ'τη
γήινη πλέμπα.
Όμως, ανάθεμα, μας χάρισαν τόσο
μεγάλη ποικιλία, που δεν αξίζεις να
πεις πως ξεχώρισες.
Θα ξεχαστώ
και το θέμα δεν είναι η υστεροφημία
ούτε η ικανοποίηση της πένθιμης ματαιοδοξίας.
Είναι μια μίξη αυτών των δύο.
Είναι που δεν κατάφερα να
καβαλήσω το διαστημόπλοιο
και που η αναγνώριση κρύβει
συμβιβασμό.
Γι' αυτό λέω πως δεν ξέρω τι παίζει
όταν ακόμα αμφιταλαντεύομαι
στο φάρδος και την ασθενικότητα.

Δεν χρησιμοποιώ ομοιοκαταληξία
γιατί δεν είμαι ικανή.
Πιο ικανή.

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2016

TT






Είναι αυτό που κάποιοι το 
αποκάλεσαν κάπως -δε θυμάμαι
Κι εμφανίζεται ήρεμα μεσημέρια
ενώ τσαλακώνεις
τα σεντόνια με την παρουσία σου. 
Ή πάλι, τα αδιάφορα βράδια 
στην καρέκλα του γραφείου.
Άλλοτε στις στάσεις που έχει 
αργήσει το Β5 ή όταν
περιμένεις το φίλο να χαιρετήσει
έναν τρίτο και μια τέταρτη
κι έναν πέμπτο
μένοντας άκαμπτη κι ενοχλητικά χαμογελαστή.
Τότε που κοιτάς το τσατ ρουμ
και μετράς πράσινες κουκίδες, χωρίς
καμιά να σου κάνει, ενώ ξυπνούν
μέσα σου ψίθυροι - - -
Πού και πού συνειδητοποιείς τη μητρότητά σου, ανοίγεις τα πόδια
και ξεπετάς αίμα, βλέννες 
κι ανήσυχα, μουγκά κουτσούβελα
Επιλέγω να μην κρύβομαι, λοιπόν,
πίσω απ' τα κεράκια της τούρτας.
Κι αποδομώ καθετί ποιητικό απ'
τα ποιήματά μου

Δεν είμαι μάνα, ντενεκές είμαι
Ντενεκές
γεμάτος, όχι κούφιος -σας παρακαλώ!
Εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ
εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ.
Σημείωση -να μάθω να μη φοβάμαι τη λέξη-
Εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ εγώ. Μεγάλωσα
κι έμαθα να τη χειρίζομαι, κυρία δασκάλα.
Όλα μαζί μου έχουν να κάνουν. Γιατί ο κόσμος είμαι 
εγώ. Καταλαβαίνεις;

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016

Χειμωνιάτικο πρωινό ξύπνημα Δευτέρας




Μένω εντός μου. Δε βαδίζω ούτε σκαλοπάτι παραέξω. Ανεβαίνω, γλυστράω και κατηφορίζω. Στριγκλιές και σπασμένα πιάτα, προτεταγμένα μαχαίρια και φουσκωμένες φλέβες, πρόσωπα άσχημα και θυμωμένα, χάπια που φωσφορίζουν σε κάθε ευκαιρία, μηχανές αυτοκινήτων που ενώ βάζουν μπρος, δεν ξέρεις αν θα επιστρέψουν. Εικόνες που δε θα μου κάνουν τη χάρη να μ' εγκαταλείψουν. 

Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2016

Σκόνη στο μπούστο





Μέχρι να έρθει το λυκόφως 
θα είμαι για πάντα το κοριτσάκι
που κρυβόταν κάτω απ' το
στρογγυλό, ξύλινο τραπέζι
στο σαλόνι.

Κι ύστερα, ως τη χαραυγή,
θα παραμείνω η μικρή
που περπατούσε στις μύτες της
για να μην κρυώνει.

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2016

Προς/Από





Ο μικρός ονειροβάτης πιάστηκε
απ' τη μύτη του Μουτζούρη
μια μέρα που το μαγαζί
είχε στόρια χαμηλωμένα.
Διένυσε πεντακόσια χιλιόμετρα
χωρίς συνοδηγό,
κι ήρθε εδώ για ν' αράξει στο παλιό μπαρ
της Φωκίωνος Νέγρη
μ' ένα ουίσκυ χωρίς πάγο,
ένα κρασί ή μια μπύρα
-δανεικά.
Σκοπό δεν είχε, κάτι γόνατα μοναχά
ήθελε να χαϊδέψει
και τα σκεφτόταν αυτά τα γόνατα
καθώς σάλευαν οι κεραμιδόγατοι
στο στενό πίσω απ' το μπαρ.
Και βρωμούσαν τα σκουπίδια, σα βγήκε
έξω για τσιγάρο, παρέα με τη συρφετή
μυρωδιά της αστίλας.
Ώσπου να, ένα ζευγάρι αδύνατα γόνατα
έτριξαν στη γωνία του δρόμου.
Το κίτρινο φως σκίαζε το βαμμένο
της πρόσωπο, το φόρεμά της
ήταν στυλ τσάρλεστον με μερικά
σκισήματα στις μασχάλες.
"Ήρθες" είπε, προσπαθώντας να φανεί
νηφάλια.

Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2016

Αίμα

credits: “Dream A Dream” Bang Photography


Κοιμάμαι πάνω σε λεκέδες από αίμα, σκεπτόμενη αυτά που δε μ' αφήνεις να αρθρώσω.
Το συνοφρύωμά μου δεν κρύβει περισσότερα από αυτά που είναι: ξεχασμένες εικόνες από ένα αβέβαιο μέλλον.
Ποτέ δεν βάπτισα την πραγματικότητα ερωμένη κι η αλήθεια είναι πως συνήθως φιλώ τα ακροδάχτυλα του φανταστικού.
Όμως, το να μην αποδέχεσαι το παιχνίδι μου ενώ με αυτό σου πρωτοσυστήθηκα, είναι αγενές και βάρβαρο.
Όλο λες πως θες να βοηθήσεις,
ενώ οι συμβιβασμένοι σου τρόποι αδυνατούν να κινηθούν,
λες κι είναι σακατεμένα σώματα.
Κρέμεσαι από νήματα κάμποσα, δεμένα στις άκρες τους με μια παλιά δαχτυλήθρα.
Κι εγώ το δέχομαι, συγκαταβατικά.
Αλλά απόψε σε ρωτάω: Εγώ τι φταίω;
Ποτέ δε θα σε βάλω να διαλέξεις ανάμεσα στο φαράγγι και τον ποταμό.
Αυτό δε σημαίνει όμως πως δε θα συνεχίσω να πνίγομαι απ' τις κουταλιές νερού που με αναγκάζεις να ρουφάω απ' τη μύτη.

Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

Σκατά & σκόνη



Μια μέρα θα γράψω την 
πιο ιδιαίτερη ιστορία του 
κόσμου.

Κι ύστερα θα στη χαρίσω,
θα τη χώσεις σε κάνα συρτάρι  ντουλάπι,
και κάπως έτσι θα έχω εκτελέσει
το χρέος μου απέναντι στον κόσμο.