Πέμπτη 30 Ιουλίου 2015

Το όνομά του





Η καρδιά χτυπούσε δυνατά
Ο κόσμος ντυνόταν λευκός
Τα μάτια πετάριζαν
Βίαιη αίσθηση
Το χαμόγελο και η λύτρωση

Η καρδιά χτυπούσε δυνατά
Κρύο
Τρέκλισμα στο πάτωμα
Η αρρώστια
Μαύρο βέλο
Ο κόσμος είναι μια γρονθοκοπημένη πόρνη
Σκέψεις κενές
Βλέφαρα ορθάνοιχτα
Μυαλό σίφουνας
Η καρδιά πονάει


Το όνομά του,
 ήταν εξάρτηση

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

Το παρατράβηξα






Το μυαλό μου αποκτά πράσινα λαμπιόνια
Αναβοσβήνουν γρήγορα, θα 'λεγες πως θέλουν να με ζαλίσουν
Όμως, απλώς με εγκλωβίζουν
Μου θολώνουν τα μάτια
κι εγώ πονάω, τα τρίβω,
σφίγγω τα χείλη, γίνομαι ξανά κοριτσάκι
Δεν είμαι πια κοριτσάκι
Δεν είμαι, δεν είμαι, δεν είμαι
Έχω ξεφύγει, δεν έχω ξεφύγει;
Κοίτα πώς ματώνουν οι γροθιές μου
κοίτα πώς γελάω σα γυναίκα
Το παράκανες, κορίτσι
Γυναίκα δεν είσαι
Μη με διακόπτεις,
για πράσινα λαμπιόνια έλεγα
Όλα είναι πράσινα πια
Το πρόσεξες κι εσύ; Όχι;
Τέλος πάντων, ξέρω γιατί όλα είναι πράσινα πια
Δε σου λέω, αν και η αλήθεια είναι πως ξέρεις
Το μόνο που θέλω τώρα είναι να πιάσω ένα ένα τα γαμωλαμπιόνια
να τα ζουλήξω με τα δυο μου δάχτυλα
να σπάσουν σε τρία κομμάτια
να μην ξανανάψουν ποτέ πια
Και ίσως, ίσως λέω
να πάρω τα σπασμένα κομμάτια
και να τα μπήξω σε μια καρωτίδα
Ναι, αυτός ο θάνατος της πρέπει της συγκεκριμένης καρωτίδας
Βίαιος, γεμάτος άσχημο αίμα
Κι ύστερα;

Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015

Μισοτελειωμένο



                                                                           Θλίβομαι.
Ξαφνικά. Δεν κρατάει πολύ.
Η θλίψει με γεμίζει. Κάθεται δίπλα μου, με κοιτά να μαραζώνω.

Με ξέρει, λες και είναι πάντα εδώ. 

Λες και περιμένει να στραβοπατήσω λίγο, λιγάκι για να έρθει μετά να με κεράσει ποτό. 
Σκέφτηκα πως κάποτε αυτό θα το κάνω ιστορία. Οι επικίνδυνες λέξεις τότε δε θα είναι επικίνδυνες. 
Χαρμολύπη ξανά!

Είναι πληγές που δεν κλείνουν. Τις καλύπτω με παλιόρουχα ώστε να μη βλέπω το αίμα.
Δε θέλω να ξέρω τις όμορφες και τις αστείες ιστορίες. Ούτε να θυμάμαι θέλω ονόματα και τίτλους.
Δεν ξεσπάω. Χαμογελάω. Ξέχασα ποιο είναι το χειρότερο...

Πόνος. Άσβεστος, αειθαλής, αιώνιος.
Δικός μου. Κανείς ποτέ δεν θα τον καταλάβει. 
Ο πόνος μου, ο φίλος μου. Ο πόνος μου, βουτηγμένος στον εγωισμό μου -ή ίσως είναι απλώς γνώση, ρεαλισμός. 

Έψαξα για την αλήθεια. Δεν ήμουν έτοιμη.
Κουλουριάστηκα στο κρεβάτι του κι έκλαψα κι έβγαλα ό,τι είχα μέσα μου πάνω στο στρώμα του και φώναξα πνιγμένη στα παπλώματα με πνιγμένη φωνή, πνιγμένη ψυχή, ψυχούλα. 

Να σου πω και το χειρότερο;
Ο πληθυντικός του. 

Πέμπτη 2 Ιουλίου 2015

Μίσος



*εκεί που δε θα αφιέρωνα ποτέ τίποτα



Τα ποιήματα που μ' έκανες να γράψω
Οι εαυτοί που άθελά μου μου ξεκλείδωσες
Κάθε βιβλίο που με έκανε μεγαλύτερη
Οι ατέλειωτες ώρες στο γιουτιουμπ και στα δισκάδικα
ώστε να βρω μουσικές δικές μου

Μ' έκανες να νιώσω ζώο
παιδί
θεραπεύτρια
φύση

Τα μάτια μου άστραψαν εξαιτίας σου
Τα μάγουλά μου απέκτησαν χρώμα
Κοιτάχτηκα στον καθρέφτη με θυμό και λύπη
Αναζήτησα αμνιακά υγρά για να κρυφτώ
Έγδαρα τη σάρκα μου. Την έκαψα
την έσκισα και μετά φοβήθηκα κι έπεσα πίσω
μυξοκλαίγοντας -να, κοίτα, το ισχνό αυτό σημάδι
πάνω απ' τον καρπό μου, δε θα φύγει ποτέ - κανείς δεν θα το παρατηρεί - αλλά εγώ θα θυμάμαι
Κι όλα αυτά, επειδή υπάρχεις.