αυτό το καλοκαίρι νίκησε, ας το παραδεχτούμε
οι φίλοι μου κάναν τα ίδια δρομολόγια με το παπί πρωί βράδυ εφτά στα εφτά βγαίνουν στα μπαρ που δεν έκλεισαν ακόμα κι όταν κλείσουν κι αυτά βγαίνουν στα μπαρ που δουλεύουν οι φίλες τους
το σώμα μου έχει κλείσει μεσημέρια δύο μηνών ημιτεντωμένο στον καναπέ που πιάνει το κλιματιστικό, στον καναπέ με το άσπρο ριχτάρι που έχει λεκιάσει, έχει μαλακώσει απ' την απλυσιά
η αφίσα του μπέργκμαν πέφτει μια στο τόσο, δεν έχω καταλάβει αν αυτό συμβαίνει επειδή λιώνει το μπλου τακ απ' τη ζέστη ή λόγω του αέρα
αυτό το καλοκαίρι μας νίκησαν διάφορα πράγματα που μας αρέσουν πολύ
ας πούμε, πόσο χαρούμενη με κάνει το φυσικό φως και πόσες γραμμές έχω γράψει στην κυριακή λέγοντας της πως θα το αναζητούμε κάθε μέρα μαζί
τώρα, ο ήλιος λούζει το σαλόνι, το ξύλινο δάπεδο ζεσταίνει τις πατούσες μου, ο ήλιος μου θολώνει τα μάτια, το σώμα μου είναι σε διαρκή κατάσταση εφίδρωσης και το κλιματιστικό πιάνει μόνο στον καναπέ με το λευκό ριχτάρι, η ενέργειά μου πέφτει, δεν έχω όρεξη να φάω, και τελικά ξαπλώνω, ανοίγω τον ανεμιστήρα και δεν μπορώ να καπνίσω, αναβάλλω όλες μου τις υποχρεώσεις
κι έτσι περνάνε οι καλοκαιρινές μέρες απουσία δουλειάς
αυτό το καλοκαίρι άλλαξα σεντόνια μία φορά, άφησα τους λεκέδες τον ένα να πέφτει πάνω στον άλλο και τους ιδρώτες των ανθρώπων να γίνονται ένα με τις κλωστούλες της ραφής
νιώθω κατσαρίδα νιώθω κατσαρίδα νιώθω κατσαρίδα νιώθω κατσαρίδα
σκαρφαλώνω ανάποδα στους τοίχους κοιλιέμαι με την πλάτη στο πάτωμα κουνάω τα πόδια μου άρρυθμα ζητάω βοήθεια και νομίζουν ότι τους επιτίθεμαι
ξύπνησα ένα καλοκαίρι κι είχα γίνει κατσαρίδα, σ' ένα όμορφο διαμέρισμα με πολύ ήλιο και ξύλινο δάπεδο, έχω γίνει η κατσαρίδα που τσιρίζει μέσα απ' το κέλυφός της γιατί δεν αντέχει άλλο να είναι κατσαρίδα
άνοιξα την πόρτα μετά από μια βδομάδα κι ήταν σαν να βλεπα μπροστά μου τα ολογράμματα όλων των ανθρώπων που μπήκαν και βγήκαν το καλοκαίρι αυτό εδώ μέσα, είδα αστειάκια να πετάνε στον αέρα, χυμένες μπύρες στο μπαλκόνι, πολλά υγρά διαφόρων ταχυτήτων, είδα το σώμα μου ν' αδυνατεί να ξεκουραστεί μοιραζόμενο το κρεβάτι με αμήχανα σώματα
αυτές οι λέξεις είναι φυλακή, γιατί δεν μ' αφήνουν να πετάξω
κι αυτό το σπίτι με επιτηρεί λεπτό το λεπτό, αφού ντρέπομαι κάθε φορά που κλαίω περπατώντας πάνω κάτω κι ας είμαι μόνη
οι τετράγωνοι τοίχοι, τα ορθώς διαρρυθμισμένα δωμάτια, οι καινούργιες ηλεκτρικές συσκευές, τα ξύλινα κουφώματα, τα στόρια που κοπανάνε στα παράθυρα
όλα
μου ανεβάζουν το νερό στο λαιμό κι η μύτη μου βουλώνει και δεν μπορώ ν' αναπνεύσω
θυμώνω και θέλω να κατεβάσω τις βιβλιοθήκες και να ξηλώσω τις λάμπες και να σπάσω τα όμορφα καδράκια να σπάσω τον καθρέφτη στο χολ που προσπερνώ διαρκώς φορώντας το βρακί μου σκεπτόμενη πως πάλι το σώμα μου με απογοητεύει
όλη αυτή η άνεση μου σφίγγει τα δόντια και πατάει τους αστραγάλους στο πάτωμα
οι άνθρωποι περνούν από δω μέσα
ζητούν πράγματα, περιμένουν πράγματα, βαριούνται, γκρινιάζουν, τους κοιτάω και θέλω να τρέξω
αυτό το καλοκαίρι μας νικούσε κάθε φορά που πηγαίναμε δουλειά, κάθε φορα που κάναμε σεξ, κάθε φορά που πίναμε μπύρα ανακουφισμένες, σκεπτόμενες ότι η ζωή δεν είναι τόσο μάταιη
αυτό το καλοκαίρι βρεθήκαμε οι άνθρωποι που είχαμε μείνει στην αθήνα δουλεύοντας κανονικά τον αύγουστο, απλώσαμε τις γλώσσες μας για να περάσετε οι υπόλοιποι, αγκαλιαστήκαμε, σιχτιρίσαμε και πέσαμε από την άκρη του γαλατσίου κατευθείαν στο διάστημα
ελπίζοντας ο επόμενος πλανήτης να μην έχει ούτε καλοκαίρια στην σκατούπολη
ούτε κωλοβάρδιες
οι φίλοι μου κάναν τα ίδια δρομολόγια με το παπί πρωί βράδυ εφτά στα εφτά βγαίνουν στα μπαρ που δεν έκλεισαν ακόμα κι όταν κλείσουν κι αυτά βγαίνουν στα μπαρ που δουλεύουν οι φίλες τους
το σώμα μου έχει κλείσει μεσημέρια δύο μηνών ημιτεντωμένο στον καναπέ που πιάνει το κλιματιστικό, στον καναπέ με το άσπρο ριχτάρι που έχει λεκιάσει, έχει μαλακώσει απ' την απλυσιά
η αφίσα του μπέργκμαν πέφτει μια στο τόσο, δεν έχω καταλάβει αν αυτό συμβαίνει επειδή λιώνει το μπλου τακ απ' τη ζέστη ή λόγω του αέρα
αυτό το καλοκαίρι μας νίκησαν διάφορα πράγματα που μας αρέσουν πολύ
ας πούμε, πόσο χαρούμενη με κάνει το φυσικό φως και πόσες γραμμές έχω γράψει στην κυριακή λέγοντας της πως θα το αναζητούμε κάθε μέρα μαζί
τώρα, ο ήλιος λούζει το σαλόνι, το ξύλινο δάπεδο ζεσταίνει τις πατούσες μου, ο ήλιος μου θολώνει τα μάτια, το σώμα μου είναι σε διαρκή κατάσταση εφίδρωσης και το κλιματιστικό πιάνει μόνο στον καναπέ με το λευκό ριχτάρι, η ενέργειά μου πέφτει, δεν έχω όρεξη να φάω, και τελικά ξαπλώνω, ανοίγω τον ανεμιστήρα και δεν μπορώ να καπνίσω, αναβάλλω όλες μου τις υποχρεώσεις
κι έτσι περνάνε οι καλοκαιρινές μέρες απουσία δουλειάς
αυτό το καλοκαίρι άλλαξα σεντόνια μία φορά, άφησα τους λεκέδες τον ένα να πέφτει πάνω στον άλλο και τους ιδρώτες των ανθρώπων να γίνονται ένα με τις κλωστούλες της ραφής
νιώθω κατσαρίδα νιώθω κατσαρίδα νιώθω κατσαρίδα νιώθω κατσαρίδα
σκαρφαλώνω ανάποδα στους τοίχους κοιλιέμαι με την πλάτη στο πάτωμα κουνάω τα πόδια μου άρρυθμα ζητάω βοήθεια και νομίζουν ότι τους επιτίθεμαι
ξύπνησα ένα καλοκαίρι κι είχα γίνει κατσαρίδα, σ' ένα όμορφο διαμέρισμα με πολύ ήλιο και ξύλινο δάπεδο, έχω γίνει η κατσαρίδα που τσιρίζει μέσα απ' το κέλυφός της γιατί δεν αντέχει άλλο να είναι κατσαρίδα
άνοιξα την πόρτα μετά από μια βδομάδα κι ήταν σαν να βλεπα μπροστά μου τα ολογράμματα όλων των ανθρώπων που μπήκαν και βγήκαν το καλοκαίρι αυτό εδώ μέσα, είδα αστειάκια να πετάνε στον αέρα, χυμένες μπύρες στο μπαλκόνι, πολλά υγρά διαφόρων ταχυτήτων, είδα το σώμα μου ν' αδυνατεί να ξεκουραστεί μοιραζόμενο το κρεβάτι με αμήχανα σώματα
αυτές οι λέξεις είναι φυλακή, γιατί δεν μ' αφήνουν να πετάξω
κι αυτό το σπίτι με επιτηρεί λεπτό το λεπτό, αφού ντρέπομαι κάθε φορά που κλαίω περπατώντας πάνω κάτω κι ας είμαι μόνη
οι τετράγωνοι τοίχοι, τα ορθώς διαρρυθμισμένα δωμάτια, οι καινούργιες ηλεκτρικές συσκευές, τα ξύλινα κουφώματα, τα στόρια που κοπανάνε στα παράθυρα
όλα
μου ανεβάζουν το νερό στο λαιμό κι η μύτη μου βουλώνει και δεν μπορώ ν' αναπνεύσω
θυμώνω και θέλω να κατεβάσω τις βιβλιοθήκες και να ξηλώσω τις λάμπες και να σπάσω τα όμορφα καδράκια να σπάσω τον καθρέφτη στο χολ που προσπερνώ διαρκώς φορώντας το βρακί μου σκεπτόμενη πως πάλι το σώμα μου με απογοητεύει
όλη αυτή η άνεση μου σφίγγει τα δόντια και πατάει τους αστραγάλους στο πάτωμα
οι άνθρωποι περνούν από δω μέσα
ζητούν πράγματα, περιμένουν πράγματα, βαριούνται, γκρινιάζουν, τους κοιτάω και θέλω να τρέξω
αυτό το καλοκαίρι μας νικούσε κάθε φορά που πηγαίναμε δουλειά, κάθε φορα που κάναμε σεξ, κάθε φορά που πίναμε μπύρα ανακουφισμένες, σκεπτόμενες ότι η ζωή δεν είναι τόσο μάταιη
αυτό το καλοκαίρι βρεθήκαμε οι άνθρωποι που είχαμε μείνει στην αθήνα δουλεύοντας κανονικά τον αύγουστο, απλώσαμε τις γλώσσες μας για να περάσετε οι υπόλοιποι, αγκαλιαστήκαμε, σιχτιρίσαμε και πέσαμε από την άκρη του γαλατσίου κατευθείαν στο διάστημα
ελπίζοντας ο επόμενος πλανήτης να μην έχει ούτε καλοκαίρια στην σκατούπολη
ούτε κωλοβάρδιες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου